Αναρτήσεις

ΤΟ ΠΕΜΠΤΟ ΒΙΒΛΙΟ - σελίδες από 356 μέχρι τέλους

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΝΙΑ ΤΡΕΝΟ ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΥΘΕΝΑ Μάρτης, μήνας άνοιξης, μα άνοιξη πουθενά. Ούτε η φύση χαιρόταν, ούτε οι άνθρωποι είχαν κουράγιο να νιώσουν την αλλαγή των εποχών. Ο κόσμος φοβόταν. Φοβόταν πιο πολύ το αδιέξοδο του κυπριακού. Φτώχεια, κακή σοδειά, που προμηνυόταν φανερά πια, άδεια τα πηγάδια, δουλειές δεν υπήρχαν. Γέμιζαν τα καφενεία με πρόσωπα κατηφή, κεφάλια σκυφτά, ο καθένας σκεφτόταν πια πώς να ξοφλήσει το ψωμί της οικογένειας. Πόσα βερεσέδια μπορούσαν ν’ αντέξουν ακόμα τα μπακάλικα και το συνεργατικό; Ακόμα και οι συζητήσεις ήταν υποτονικές, κανένας δεν είχε όρεξη για προβλέψεις ή για κριτική. Ήταν το σκηνικό που η κάθε ανίκανη κυβέρνηση επιθυμεί για να μην της φορτώνουν την αποτυχία, αντίθετα να ηρωοποιείται και να κρατιέται στην επιφάνεια κι ας κρέμονται βαρίδια ασήκωτα, στα πόδια της, η μια αποτυχία μετά την άλλη. Και πιστολάδες να κυκλοφορούν στην πόλη, με κρεμασμένα τα ρηβόλβορα στη μέση, να επιδεικνύονται σαν καουμπόηδες της κακιάς ώρας, να βλαστάνουν παντού,